ΠΑΙΔΙΚΗ ΓΩΝΙΑΨΥΧΟΛΟΓΙΑ «ΘΑ ΜΕ ΠΑΡΕΙΣ ΜΑΖΙ ΣΟΥ;» από Ρομίνα Ξύδα 4 Απριλίου, 2012 από Ρομίνα Ξύδα 4 Απριλίου, 2012 0 Πρωινό καθημερινής στο Κέντρο Προστασίας του Παιδιού Η Μητέρα. Πίσω από τη μεγάλη μάντρα με τους καταπράσινους κήπους και τα πέτρινα σπιτάκια 85 παιδιά –από νεογέννητα μέχρι πέντε ετών– περιμένουν στωικά το άγγιγμα μιας «καλής νεράιδας» που θα τα γλιτώσει από τις μάγισσες και τους δράκους του προσωπικού τους παραμυθιού. Φέρνω στο μυαλό μου τα επίσημα στοιχεία του κράτους, σύμφωνα με τα οποία μόνο το 2011 εγκαταλείφθηκαν σε μαιευτήρια και νοσοκομεία 86 παιδιά. «Μ’ αγαπάς;» Στέκομαι μόνη μου σ’ έναν θάλαμο. Μικρά δωματιάκια, απαλή μουσική, άρωμα μωρουδίλας, κλάμα λατρεμένο. Σκύβω πάνω από μια κούνια. Ένα «σποράκι» δύο μηνών σκάει χαμόγελο, απλώνει μικροσκοπικά χεράκια, ψάχνει αγκαλιά. Τη λένε Τιτίκα, η μητέρα της ήταν ναρκομανής και το ιστορικό της την κατέταξε στην κατηγορία των «άτυχων» παιδιών που δύσκολα θα υιοθετηθούν. Της χαμογελάω. Με κοιτάζει επίμονα και παρακλητικά με βλέμμα ενήλικα που τρέμει την εγκατάλειψη. Άραγε καταλαβαίνει; Καταλαβαίνει. Κάνω να φύγω και το κλάμα της πλημμυρίζει με δάκρυα το πρόσωπό μου. Μπαίνω σε έναν δεύτερο θάλαμο. Ένας παιδοκόμος ετοιμάζει γάλα, μια μικρή παίζει σε μια κούνια, ένας πιτσιρίκος προσπαθεί να σηκωθεί όρθιος και να γαντζωθεί επάνω μου. Τον σηκώνω ψηλά και τον σφίγγω όσο πιο δυνατά μπορώ. Ο παιδοκόμος μού κάνει παρατήρηση. Δεν κάνει, λέει, να αγγίζουμε τα μωρά. Ποιος ξέρει τι κουβαλάμε… Έχει δίκιο, έχω δίκιο, το άδικο ανήκει μόνο σ’ αυτό το παιδί. Βγαίνω από τον θάλαμο. Τώρα πια δεν προχωράω. Σέρνομαι. Από λύπη, ενοχές και τύψεις. Αποκυήματα του τυχερού μου κόσμου που με κέρασε απλόχερα μόνο λατρεία, αγάπη, αγκαλιές και φιλιά. Ανοίγω μια τρίτη πόρτα. Ένα κύμα από παιδιά ορμάει επάνω μου: «Πώς σε λένε;», «Ήρθες να παίξουμε;»,«Μ’ αγαπάς;», «Πότε θα πάμε βόλτα;», «Θα με πάρεις μαζί σου;», «Είσαι παντρεμένη;», «Έχεις άλλα παιδιά;». «Μαμά, ήρθες να με πάρεις;» Γι’ αυτά τα παιδιά μια αγκαλιά ισοδυναμεί με δεκάδες δώρα. Γιατί αυτά τα παιδιά την αγκαλιά μπορεί και να μην τη γνωρίσουν ποτέ. «Ιδανικά» και ανάξια μωρά «Είναι καιρός να συγκρουστούμε για τις αλήθειες. Και η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος θέλει ιδανικά μωρά». Απέναντί μου, ο διοικητής του Μητέρα, Δημήτρης Βεζυράκης, μέσα μου οι εύλογες απορίες: «Γιατί δεν δίνετε εύκολα παιδιά για υιοθεσία;» «Γιατί ένα υποψήφιο ζευγάρι πρέπει να περιμένει χρόνια;» Οι απορίες μου θα εξανεμιστούν στα πρώτα πέντε λεπτά από τα λόγια του ανθρώπου, ο οποίος φροντίζει τα παιδιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και οι κατηγορίες μου δεν θα στοχεύουν πια στην κρατική στάση, αλλά στην ίδια την κοινωνία μας. Μια κοινωνία βαθιά ρατσιστική και ακατανόητα «επιλεκτική». Ο κύριος Βεζυράκης είναι ξεκάθαρος: «Τα ζευγάρια επιθυμούν συνήθως να υιοθετήσουν ένα υγιές βρέφος, με καλή εξέλιξη και καλό ιστορικό. Σήμερα, από τα 85 παιδιά που φιλοξενούμε στο Μητέρα τα κριτήρια του ‘‘τέλειου μωρού’’ τα πληρούν πολύ λίγα. ‘‘Ανεπιθύμητα’’ ή ‘‘άτυχα’’ είναι τα παιδιά με προβλήματα υγείας, με επιβάρυνση στο ιστορικό τους (μάνα χρήστης), άλλης φυλής, τα παιδιά τα οποία έχουν νομικές εκκρεμότητες καθώς συνήθως και εκείνα που είναι άνω των δύο ετών. Έχοντας την εξίσωση: ‘‘μικρό ποσοστό επιθυμητών παιδιών – πολλές αιτήσεις’’ είναι εύκολο να καταλάβει κανείς για ποιο λόγο μία υιοθεσία μπορεί να φτάσει τα πέντε χρόνια. Έτσι, λοιπόν, ένα βρέφος ελεύθερο προς υιοθεσία και υγιές θα υιοθετηθεί μέσα στους πρώτους έξι μήνες της ζωής του. Ένα παιδί λιγότερο τέλειο είναι όμως ακόμη εδώ και περιμένει». Όσον αφορά το υποψήφιο ζευγάρι, κοινωνικοί λειτουργοί ερευνούν τα κίνητρά του, την ασφάλειά του στη σχέση, την ασφάλεια του παιδιού στη σχέση και την ασφάλεια του παιδιού στην εκτεταμένη οικογένεια (γιαγιάδες-παππούδες), ενώ αίτηση επιτρέπεται να κάνουν οι πάντες χωρίς θρησκευτική, φυλετική, ή σεξουαλική διάκριση. Σύμφωνα με στοιχεία του Μητέρα, στα 100 παιδιά τον χρόνο που φεύγουν από το ίδρυμα τα 60 υιοθετούνται, ένα 15% επιστρέφει στη φυσική του οικογένεια, ένα 5% πηγαίνει σε ανάδοχες οικογένειες και ένα 20% θα περάσει τη ζωή του σε κάποιο άλλο ίδρυμα. Κλείνοντας την κουβέντα ο κ. Βεζυράκης επιμένει στον θεσμό της αναδοχής που βοηθά τα «άτυχα» παιδιά που κανείς δεν θέλει: «Στην αναδοχή λέμε: “Ελάτε να μεγαλώσετε παιδιά και σας πληρώνουμε”, προσφέροντας επιδόματα που ξεκινούν από τα 250 και φτάνουν τα 850 ευρώ τον μήνα. Παράλληλα, καλύπτουμε όλες τις ανάγκες του παιδιού σε ειδικές θεραπείες, φροντιστηριακά μαθήματα και εκπαίδευση. Είναι καιρός να συγκρουστούμε για τις αλήθειες. Και η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος θέλει ιδανικά μωρά. Όσο για τους ανάδοχους γονείς, είναι άνθρωποι με βαθιές ευαισθησίες που προσφέρουν στον κόσμο μας ένα αξιέπαινο ανθρωπιστικό έργο και στα παιδιά ένα καλύτερο αύριο». Μαμά με κρατική υιοθεσία «Με τον άντρα μου είμαστε από παιδιά μαζί χωρίς να καταφέρουμε να αποκτήσουμε αυτό που θέλαμε περισσότερο από όλα στη ζωή μας: ένα παιδί. Γύρω στα 35 μου αποφάσισα, ύστερα από κάποιες αποτυχημένες εξωσωματικές, ότι θα πορευόμασταν χωρίς παιδιά. Πριν από τριάμισι χρόνια ωστόσο ένιωσα κάτι να μου λείπει και αναζήτησα μια αλλαγή. Αυτή η αλλαγή ήρθε με τον εθελοντισμό. Περνώντας έξω από ένα ίδρυμα μπήκα μέσα και είπα ότι θέλω να ζωγραφίζω για τα παιδιά. Ξεκίνησα να φτιάχνω πίνακες για τα δωμάτιά τους και μετά από λίγο η διευθύντρια μου πρότεινε να τους κάνω μαθήματα ζωγραφικής. Κάποια στιγμή δήλωσα στο ίδρυμα ότι με ενδιέφερε η αναδοχή και μέσα στην ατυχία ενός παιδιού στάθηκα τυχερή. Ο Γιώργος μου μπήκε στο ίδρυμα 4,5 χρόνων και για έξι μήνες κανείς από τους δικούς του δεν είχε πάει να τον επισκεφθεί με αποτέλεσμα το παιδί να παρουσιάσει συμπτώματα μελαγχολίας. Την πρώτη φορά που τον είδα ήταν σε κάποιο πάρτι του ιδρύματος. Ο μικρός ήταν πολύ ντροπαλός, μαζεμένος σε μία γωνία. Μετά το πάρτι κάναμε τρεις επισκέψεις στο ίδρυμα και μία εβδομάδα αργότερα ήρθε σπίτι για τρεις ώρες. Στη συνέχεια, ερχόταν τρία απογεύματα την εβδομάδα. Την πρώτη φορά που έμεινε μαζί μας για να κοιμηθεί έβαλε τα κλάματα: «Θέλω να γυρίσω πίσω στα παιδάκια», έλεγε. Τον καταλάβαινα. Ήθελε να γυρίσει εκεί όπου ένιωθε ασφαλής. Το δεύτερο βράδυ έκλαψε πολύ λιγότερο και αργότερα έκλαιγε όταν γυρνούσε στο ίδρυμα. Σχεδόν μετά από ένα χρόνο έκανε την επανάστασή του μέσα στο ίδρυμα. Εκεί που έτρωγαν άρπαξε όλα τα πιάτα και σπάζοντάς τα στο πάτωμα άρχισε να ουρλιάζει: «Εγώ δεν θέλω να είμαι άλλο εδώ. Θέλω να φύγω. Να πάω στην οικογένεια». Και ήρθε! Από το ίδρυμα δεν πήραμε ούτε τα παπούτσια του και ποτέ δεν με ρώτησε αν θα ξαναγύριζε. ‘‘Μαμά’’ με αποκάλεσε έπειτα από έναν χρόνο, την ώρα του ύπνου μόνο. Όλη την υπόλοιπη μέρα ήμουν η Έλενα. Όταν ένα παιδί δεν έχει τη μνήμη της μάνας είναι δύσκολο να σε αποκαλέσει “μαμά”. Σήμερα, έχουν περάσει σχεδόν δυόμισι χρόνια και μόλις καταφέραμε την υιοθεσία. Τους γονείς του πρέπει να τους ψάξει γιατί πρέπει να βρει τις ρίζες του όσο κι αν πληγωθεί. Κι επειδή έχει αδέλφια σε άλλα ιδρύματα και από τους δύο γονείς του επιβάλλεται να βρει τις μνήμες του. Μετά την έγκριση της υιοθεσίας σκέφτομαι να ψάξω για τα αδέλφια του κι αν μπορέσω να πάρω ένα από αυτά. Δεν με ενδιαφέρει αν η μάνα του ήταν τσιγγάνα, ναρκομανής ή τίγκα στα ψυχολογικά. Το μόνο που με νοιάζει είναι να μην έχει αφήσει το παραμικρό τραύμα στον γιο μου» (Έλενα, 39 ετών, ζωγράφος). Μαμά με ιδιωτική υιοθεσία «Ύστερα από πέντε αποτυχημένες εξωσωματικές αποφασίσαμε με τον σύζυγό μου να υιοθετήσουμε ένα παιδί. Όταν μετά από καιρό καταλήξαμε στο ότι οι κρατικές υιοθεσίες ήταν χρονοβόρες και αβέβαιες αποφασίσαμε να πάρουμε τον δρόμο της ιδιωτικής υιοθεσίας. Η ανακάλυψη ωστόσο ότι οι ‘‘ταρίφες’’ ανέρχονταν στις 30.000 ευρώ μάς ανάγκασε να κάνουμε πίσω διότι δεν είχαμε τόσα χρήματα. Εγώ άλλωστε ήμουν σίγουρη ότι το ‘‘δώρο’’ ενός παιδιού θα ερχόταν στη ζωή μας με έναν ανέλπιστα καλό τρόπο. Ένα πρωί, πριν από έναν χρόνο, χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν μια δικηγόρος η οποία γνώριζε ότι έψαχνα για υιοθεσία και μου είπε: ‘‘Έχω μια πελάτισσα, Ελληνίδα, η οποία έχει μπει στον ένατο μήνα και θέλει να δώσει το παιδί της. Δεν θέλει χρήματα. Το μόνο που θέλει είναι να πάει το μικρό σε μια καλή οικογένεια κι αν μπορείτε να της δίνετε για ένα χρόνο το ποσό των 250 ευρώ τον μήνα προκειμένου να μπορέσει να πάρει τα άλλα δύο παιδιά της από τα ιδρύματα’’. Αισθανόμουν σαν να είχα πέσει από την Ακρόπολη, να στάθηκα στα πόδια μου και συγχρόνως να άφησαν στα χέρια μου ένα πορτοφόλι με τον πρώτο λαχνό του τζόκερ! Λίγες μέρες αργότερα, μου τηλεφώνησε πάλι η δικηγόρος, λέγοντάς μου: ‘‘Γεννήσατε! Να σας ζήσει η κορούλα σας!’’ Έτσι, προτού καν σκεφτώ ότι θα έχω ένα μωρό, βρέθηκα σε πολυκαταστήματα με βρεφικά είδη με δύο φίλες μου να ρίχνουν στο καρότσι σεντονάκια, πετσετάκια, πιπίλες και μπιμπερό. Τη μικρή την πήραμε από το μαιευτήριο τριών ημερών και στη συνέχεια προχωρήσαμε σε όλες τις διαδικασίες που ορίζει ο νόμος. Μέσα σε οκτώ ημέρες βρεθήκαμε με ένα μωρό στην αγκαλιά μας. Έτσι ακριβώς όπως θέλαμε να έρθει. Εύκολα, γρήγορα και χωρίς τις μακροχρόνιες αναμονές που επιβάλλει η κρατική υιοθεσία. Τώρα πλέον είμαι ευτυχισμένη και ευγνώμων σε εκείνη τη γυναίκα, η δυστυχία της οποίας έγινε η δική μας ευτυχία. Την ημέρα της γιορτής της τής ανάβω πάντα ένα κεράκι για να την ευχαριστήσω για το ανέλπιστο δώρο που μας έστειλε: την κόρη μας!» (Χριστίνα, 45 ετών, ελεύθερη επαγγελματίας) Κέντρο Βρεφών: Η Μητέρα Λ.Δημοκρατίας 65, Ίλιον, Αθήνα 213-2015700 www.kvmhtera.gr αναδοχήεθελοντισμόςυιοθεσία 0 FacebookTwitterPinterestEmail Προηγούμενο άρθρο ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ Επόμενο άρθρο ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ: «ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΓΩΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΜΑΣ» ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Τελειομανία στα παιδιά: Τι είναι και πώς την αντιμετωπίζουμε Τα τσόφλια του αβγού (ένα παραμύθι από την Ιρλανδία όπως το αφηγήθηκαν οι Παραμυθοκόρες) Εορταστικός οδηγός επιβίωσης για χωρισμένους γονείς Χριστούγεννα στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών Άννα Κανδαράκη: Ας επιτρέψουμε στον εαυτό μας να δυσκολεύεται ακόμα και τα Χριστούγεννα Ήρεμοι γονείς (και) τα Χριστούγεννα