HOTΒΙΒΛΙΟ ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΗΣ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑΣ. Ο ΚΑΝΙΒΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΑ ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ από Πελιώ Παπαδιά 12 Ιουνίου, 2019 από Πελιώ Παπαδιά 12 Ιουνίου, 2019 0 Στα παλιά παραμύθια συμβαίνουν παράξενα πράγματα: Οι αδερφές της Σταχτοπούτας τρώνε τη μάνα τους. Για να ολοκληρωθεί ένας γάμος η ηρωίδα πρέπει να μοιραστεί με τον σύζυγό της το κανιβαλικό του γεύμα. Παιδιά γεννιούνται από ρεβίθια και με μισό σώμα, αλλά αντιμετωπίζουν με γενναιότητα δράκους και δράκισσες, κι ένα κορίτσι βλέπει μια περίεργη σκηνή ανθρωποφαγίας που πρέπει να την κρατήσει μυστική. Η δρ Εμμανουέλλα Κατρινάκη εδώ και εικοσιπέντε χρόνια μελετά τα λαϊκά παραμύθια και στο νέο της βιβλίο (Το στοίχημα της Σταχτοπούτας, εκδόσεις Εύμαρος) αναζητά, από τη σκοπιά της ψυχαναλυτικής ανθρωπολογίας, το νόημα όλων τούτων των αινιγματικών, ανθρωποφαγικών επεισοδίων, που σφραγίζουν τη μοίρα των ηρώων και των ηρωίδων, σε επτά παραμύθια της ελληνικής προφορικής παράδοσης. Συναντηθήκαμε, λοιπόν, μαζί της και είδαμε τα παραμύθια κάπως αλλιώς… Σήμερα θα μιλήσουμε για παραμύθια. Αλλά όχι για αυτά που συνηθίζουμε πλέον να αφηγούμαστε οι γονείς στα παιδιά μας, αλλά κάποια άλλα πιο παλιά και πολύ πιο σκοτεινά. Ως (επίτρεψέ μου τον όρο) παραμυθολόγος, πες μας αρχικά πότε ξεκίνησε η αφήγηση των παραμυθιών και ποιες ψυχικές ανάγκες του ανθρώπου εξυπηρετούσε και εξυπηρετεί. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πότε ακριβώς άρχισαν οι άνθρωποι να λένε παραμύθια, έχουν όμως διασωθεί μερικές αρχαίες πηγές που αποκαλύπτουν πως παραμύθια της νεότερης προφορικής παράδοσης ήταν γνωστά πολλούς αιώνες προ Χριστού. Υπάρχει ένας αιγυπτιακός πάπυρος του 13ου αι. π.Χ., ο πάπυρος D’Orbiney, όπου περιλαμβάνεται η «ιστορία των δύο αδελφών». Αυτό θεωρείται το αρχαιότερο καταγεγραμμένο παραμύθι του κόσμου. Οι μελετητές των παραμυθιών λένε πως η ιστορία αυτή προϋπήρχε ως προφορική παράδοση, και πως είναι παλιότερη από το ιερογλυφικό κείμενο. Το εντυπωσιακό είναι πως παραλλαγές αυτού του παραμυθιού συναντάμε μέχρι σήμερα σε πολλές χώρες. Άλλο ένα παράδειγμα αρχαίου παραμυθιού, είναι η διήγηση του «Έρωτα και της Ψυχής», που τη βρίσκουμε στον Απουλήιο. Παρακλάδια αυτής της ιστορίας συναντά κανείς σε όλες τις χώρες και σε όλα τα αρχεία παραμυθιών, κι είναι πιθανό πολλοί να την έχουν ακούσει και στις μέρες μας από σύγχρονους αφηγητές, ή να έχουν παρακολουθήσει παραστάσεις βασισμένες σε αυτήν. Τώρα, αν σκεφτεί κανείς πως τα λαϊκά παραμύθια είναι οικουμενικά, πως έχουν ταξιδέψει κι εξακολουθούν να ταξιδεύουν μέσα στον χώρο και στον χρόνο χωρίς να γνωρίζουν σύνορα, καταλαβαίνει πως μιλούν για κάποια βαθύτερα ερωτήματα του ανθρώπου, οικουμενικά, υπαρξιακά. Σε γενικές γραμμές, επικρατεί η άποψη ότι τα παραμύθια είναι για παιδιά. Όμως, δεν είναι μόνο για παιδιά, σωστά; Τα περισσότερα λαϊκά παραμύθια δεν απευθύνονταν στα παιδιά, ήταν κυρίως ιστορίες για τους ενήλικους. Ήταν οι αφηγήσεις που μοιράζονταν μεταξύ τους οι ενήλικες την εποχή που δεν υπήρχε ούτε ραδιόφωνο, ούτε τηλεόραση. Στα νυχτέρια, στα καράβια, στα χωράφια, τις ώρες της δουλειάς, οι άνθρωποι αφηγούνταν ιστορίες, διάφορες ιστορίες, κι ανάμεσα σ’ αυτές έλεγαν κι αυτά που σήμερα ονομάζουμε παραμύθια. Τα παραδοσιακά παραμύθια είναι πολύπλοκες αφηγήσεις, δεν έχουν σχέση με τις παιδικές εκδοχές του Ντίσνεϊ. Η Σταχτοπούτα και η Χιονάτη της προφορικής παράδοσης απέχουν πολύ από αυτό που έχουμε γνωρίσει μέσω των εικονογραφημένων παιδικών εκδόσεων. Είναι πολύ πιο αινιγματικές. Η ελληνική Σταχτοπούτα, για παράδειγμα, βάζει ένα στοίχημα με τις αδερφές της και τη μητέρα τους: να σκοτώσουν και να φάνε όποια χάσει το στοίχημα, δηλαδή όποια της κοπεί η κλωστή την ώρα που γνέθουν. Άραγε οι μεγάλοι έλεγαν αυτές τις ιστορίες στα παιδιά; Και τις έλεγαν όπως τις έλεγαν και μεταξύ τους; Κάποιοι παραδοσιακοί παραμυθάδες λένε πως όχι, επειδή τα παιδιά δεν τις καταλαβαίνουν. Στα αρχεία των μέσων του 20ου αιώνα υπάρχουν ωστόσο παιδικά χειρόγραφα που περιέχουν τέτοια παραμύθια. Υπάρχουν πάντως και μερικά παραμύθια που απευθύνονταν ειδικά στα παιδιά, κι αυτά είναι τα κλιμακωτά και οι ιστορίες παιδιών που αντιμετωπίζουν δράκους και δράκισσες, όπως ο Κοντορεβιθούλης, ή ο Χάνσελ και η Γκρέτελ. Στη μελέτη σου επιλέγεις επτά ελληνικά παραμύθια στα οποία κοινό θέμα είναι ο κανιβαλισμός, τα ανθρωποφαγικά επεισόδια με άλλα λόγια. Κατ’ αρχάς ποια είναι αυτά τα παραμύθια. Τα περισσότερα από αυτά τα παραμύθια ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένα στην ελληνική προφορική παράδοση. Είναι η Σταχτοπούτα, η Στρίγκλα, ο Κανίβαλος Σύζυγος, ο Κανίβαλος Δάσκαλος, ο Αυγερινός κι η Πούλια, και δύο κατεξοχήν παιδικά, ο Μισοκωλάκης κι ο Δεκατρής, ο ελληνικός Κοντορεβιθούλης, δηλαδή. Σε κάποιες από αυτές τις αφηγήσεις πρωταγωνιστούν παιδιά είτε ως θύτες είτε ως θύματα. Γιατί; Για να απαντήσουμε σε αυτό πρέπει να μελετήσουμε την κάθε ιστορία ξεχωριστά. Να δούμε τις σχέσεις ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της, να σκεφτούμε πάνω στο πρόβλημα που θέτει. Σε γενικές γραμμές, νομίζω πως κάθε παραμύθι σκηνοθετεί σχέσεις, κυρίως οικογενειακές. Περιγράφει μια διαδρομή, ενός αγοριού ή ενός κοριτσιού. Τα περισσότερα παραμύθια (μιλάω για τα μαγικά παραμύθια) αφηγούνται το ταξίδι ενός ήρωα ή μιας ηρωίδας, που πρέπει να φύγουν από το πατρικό τους για να γνωρίσουν τον κόσμο, δηλαδή για να μεγαλώσουν. Πολλές φορές φεύγουν για να ξεφύγουν από κάποια τρομακτική απειλή. Στα παραμύθια που μελετάω στο βιβλίο η απειλή είναι ο κανιβαλισμός, η ανθρωποφαγία. Θύτες είναι οι ίδιοι οι γονείς, ή τα γονεϊκά, συμβολικά υποκατάστατά τους, οι δράκισσες κι οι δράκοι. Τα παιδιά πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτή την απειλή, αυτόν τον φόβο, που παραπέμπει –ψυχαναλυτικά- στα πολύ πρώιμα στάδια της ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξής τους. Για να νικήσουν τους δράκους συμπεριφέρονται και τα ίδια «άγρια». Ο Κοντορεβιθούλης βάζει τον δράκο να φάει τις κόρες του. Ο Μισοκωλάκης πρέπει να εκδικηθεί τη δράκισσα. Όσο παράξενα και τρομερά κι αν ακούγονται όλα αυτά, κάτι σημαίνουν, κι οπωσδήποτε δεν μπορεί κανείς να τα ερμηνεύει ρεαλιστικά. Ο κανιβαλισμός σοκάρει. Ιδιαίτερα στα παραμύθια, πολλώ δε μάλλον αν εμπλέκονται παιδιά. Ίσως είναι αποδεκτός μόνο ως θέαμα σε χολιγουντιανές ταινίες. Όμως, αν και ταμπού, κάπως μας έλκει. Και πάλι θα σε ρωτήσω γιατί… Σοκάρει ακριβώς επειδή είναι απόλυτο ταμπού αλλά και μας έλκει επειδή νιώθουμε ότι σε συμβολικό επίπεδο μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα. Γιατί οι αδερφές της Σταχτοπούτας να τρώνε τη μητέρας τους; Γιατί μια γυναίκα να μαγειρεύει το στήθος της και να το σερβίρει στον άντρα της; Γιατί αυτός να το νοστιμεύεται τόσο που να προτείνει να φάνε τα παιδιά τους; Γιατί ένας σύζυγος να ζητά από τη μέλλουσα γυναίκα του να φάει ένα ανθρώπινο χέρι; Όλα αυτά μοιάζουν τελείως παράλογα, αλλά δεν είναι. Και το ξέρουμε υποσυνείδητα. Τα παιδικά παραμύθια πλέον είναι πολιτικώς ορθά. Μήπως περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε; Γιατί ένας ενήλικας σήμερα τρομάζει περισσότερο από ένα παιδί μπροστά σε ένα τρομακτικό παραμύθι; Μήπως θα έπρεπε να αφήσουμε τα παιδιά να σοκαριστούν ακούγοντας ή διαβάζοντας μια σκληρή ιστορία; Τα παιδιά γενικά δεν σοκάρονται όταν ακούνε για δράκους και δράκισσες. Εξαρτάται βέβαια και πώς αφηγείσαι την ιστορία. Εξαρτάται κι από το παιδί, κι από την ηλικία του. Όταν ο γιος μου ήταν 4-5 χρονών, του έλεγα τον Μισοκωλάκη, που ανέβαινε στη μηλιά, κι από κάτω τον περίμενε η δράκισσα, να τον βάλει στο σακί της, να τον ψήσει στο φούρνο και να τον φάει. Δεν φοβήθηκε ποτέ. Τα παραμύθια είναι στην πραγματικότητα λυτρωτικά, επειδή οι ήρωες πάντα νικούν τους φόβους τους κι όλους όσους τους απειλούν. Και τα παιδιά το αισθάνονται αυτό. Εμείς, οι μεγάλοι, είμαστε μάλλον τόσο φοβισμένοι πια από τον πραγματικό κόσμο, που προσπαθούμε να προστατευτούμε και να υπερ-προστατεύσουμε τα παιδιά μας από οτιδήποτε μας φαίνεται τρομακτικό, ακόμα κι αν είναι παραμύθι. Στα κλασικά παραμύθια πάντα «ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα»; Ή υπάρχουν κι άλλα φινάλε που δεν είναι τόσο εύπεπτα. Ναι, σχεδόν πάντα το τέλος των παραμυθιών είναι αισιόδοξο. Οι πρωταγωνιστές τους έχουν περάσει από τόσες πολλές δοκιμασίες, έχουν αντιμετωπίσει τόσους κινδύνους κι έχουν συμπεριφερθεί τόσο γενναία, ακόμα κι αν φοβούνται (και φοβούνται, και χρειάζονται βοήθεια, και βρίσκουν βοήθεια αλλά μόνο αν φέρονται κι αυτοί όπως πρέπει, με συμπόνοια και καλοσύνη), που τους αξίζει πραγματικά το ευτυχισμένο τέλος. Δεν θα έλεγα πως το φινάλε τους είναι εύπεπτο, είναι παρηγορητικό. Είναι η ανταμοιβή των ηρώων και των ηρωίδων τους. Τέλος, ποιο είναι το δικό σου αγαπημένο παραμύθι και γιατί; Νομίζω πως δεν έχω ένα μόνο αγαπημένο παραμύθι. Όσες φορές κι αν διαβάσω ή αν ακούσω κάποιο από αυτά, πάντα με συναρπάζουν. Πάντα βρίσκω κάτι καινούριο μέσα τους, μέσα στην ποικιλία των σκηνών τους, στην ομορφιά και στην απλότητα, αλλά και στην αινιγματικότητα των μοτίβων τους. Τα παραμύθια είναι ονειρικά, μαγικά, και σε κρατούν καθηλωμένο για να δεις τι θα γίνει στη συνέχεια. Είναι γεμάτα σασπένς. ΒιβλίοΕμμανουέλα ΚατρινάκηκανιβαλισμόςπαραμύθιαΤο στοίχημα της Σταχτοπούτας 0 FacebookTwitterPinterestEmail Προηγούμενο άρθρο ΜΙΑ ΨΕΙΡΑ ΕΔΩ, ΜΙΑ ΨΕΙΡΑ ΕΚΕΙ, ΜΙΑ ΨΕΙΡΑ ΠΑΡΑΠΕΡΑ… Επόμενο άρθρο SUMMER CAMP 2019 ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Από πού αντλούν τις σούπερ δυνάμεις τους οι παιδαγωγοί προσχολικής ηλικίας; The Meet Market #EasterEdition στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων Τέμπη: Ανοιχτή η υπόθεση για περαιτέρω έρευνα από το Ευρωκοινοβούλιo Ταξίδι με παιδιά Εξερευνώντας τα μυστικά του εγκεφάλου Αγάπη, πάνω από όλα