Αρχική HOT Μ(π)ες στο Μουσείο… και κάν’ το όπως τα βιβλία
τα βιβλία

Μ(π)ες στο Μουσείο… και κάν’ το όπως τα βιβλία

από Βασιλική Μαρκάκη

Η δωδεκάχρονη Κλώντια ήταν πολύ θυμωμένη με τους γονείς της. Δε θυμόταν πια γιατί, αλλά δεν είχε σημασία. Αυτό που μετρούσε ήταν να τους «τιμωρήσει» με κάποιον τρόπο. Και ήξερε ακριβώς τι έπρεπε να κάνει: θα περνούσε μία νύχτα μακριά από το σπίτι. Θα επέλεγε ένα μέρος βολικό, ενδιαφέρον και κομψό, δηλαδή το μουσείο! Κι όχι οποιοδήποτε μουσείο: το Metropolitan Museum of Art (κοινώς: Met). Εκεί θα κρυβόταν, παρέα με τον αδερφό της, τον Τζέιμι, που διάλεξε ως συνένοχο, γιατί εκείνος πάντα αποταμίευε κι έτσι θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει την περιπέτεια τους! Κι έτσι κι έγινε…

Κι αν αναρωτιέστε, πρόκειται για τις εισαγωγικές σελίδες του πολύ επιδραστικού παιδικού βιβλίου με τίτλο «From the Mixed-Up Files of Mrs. Basil E. Frankweiler», που πρωτοκυκλοφόρησε το 1967. Το βιβλίο ακολουθεί τα δύο αδέρφια στο (πολύ αγχωτικό, τώρα που είμαι μαμά) ταξίδι τους, ώσπου να φτάσουν στο μουσείο και στην παραμονή τους εκεί. Πού κοιμούνται, τι τρώνε, πώς ξεφεύγουν από τους φύλακες είναι μόλις μερικά από τα στοιχεία που εξετάζονται λεπτομερώς. Και το μόνο καταφέρνει να κλείσει το ταξίδι τους, ώστε τελικά να επιστρέψουν σπίτι, είναι μια καταπληκτική μουσειο-ανακάλυψη, την οποία οφείλουν να μοιραστούν! Δεν θα αποκαλύψω περισσότερα, γιατί αξίζει να διαβαστεί ως ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα που φέρνει κοντά το μουσείο με το βιβλίο, και θεωρείται το καλύτερο, το κλασικότερο του είδους του. Δεν είναι, όμως, το μόνο! 

Μουσεία, τέχνη και βιβλία, μια σχέση δυνατή

Τα μουσεία και τα βιβλία συναντιούνται συχνά και με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Βασικό κοινό τους στοιχείο: η αφήγηση μιας ιστορίας. Στα παιδικά βιβλία, η αφήγηση ιστοριών κρατάει έναν ξεχωριστό ρόλο ήδη από τη δεκαετία του 1980. Μέσα σε αυτές τις δεκαετίες, η αφήγηση γνώρισε μια πρωτόγνωρη άνθιση, ενώ γονείς και εκπαιδευτικοί ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν τις ιστορίες ως μέσα διαπαιδαγώγησης για ένα πιο δημιουργικό μονοπάτι προς τη γνώση. Ταυτόχρονα, κι από τα μέσα του 20ου αιώνα, στον χώρο της λογοτεχνίας κέρδισε έδαφος η ανάγνωση ως διαδραστική διαδικασία ανάμεσα στο βιβλίο και στον αναγνώστη, φτάνοντας σε σημασία ίσως ακόμη και την εγγενή ποιότητα του κείμενου.

Το μουσείο αποτελεί τον χώρο που φέρει αντικείμενα πασπαλισμένα με ιστορία και μνήμη –ως το συνονθύλευμα μύθων, φαντασίας, υποθέσεων και πραγματικότητας, όπως υποστηρίζει και η καθηγήτρια προσχολικής αγωγής Μένη Κανατσούλη– και αυτό το καθιστά ιδιαίτερα ελκυστικό περιβάλλον για την απελευθέρωση της φαντασίας. Παράλληλα, τα μουσεία ανέκαθεν χρησιμοποιούσαν συνδυαστικά την εικόνα (εκθέματα) και το κείμενο (επιτοίχια και άλλα κείμενα) για την επικοινωνία ενός μηνύματος στο κοινό, περίπου όπως κάνει ένα βιβλίο. Τελικά, ανακάλυψαν τις χαρές της πιο ανάλαφρης αφήγησης και την επιδραστικότητα της στους επισκέπτες, μικρούς και μεγάλους, αλλάζοντας συχνά ολόκληρη τη στρατηγική τους, ώστε να χωράει μια πιο παιχνιδιάρικη επικοινωνία με το κοινό. Ο επισκέπτης και η εμπειρία του στον μουσειακό χώρο κατάφερε να γίνει το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, αντί των εκθεμάτων όπως ίσχυε μέχρι τότε.

 …που μας χαρίζει τους καρπούς της

Ε, ήταν αναπόφευκτο να συναντηθούν και να αγαπηθούν αυτοί οι δύο κόσμοι και να δημιουργήσουν ξεχωριστές προτάσεις για παιδιά, λογοτεχνικές ή εγκυκλοπαιδικού χαρακτήρα. Συχνά, τα μουσεία λαμβάνουν έναν σημαντικό όσο και ξεχωριστό ρόλο στο βιβλίο, που σχετίζεται με την ύπαρξη ενός μυστικού ή μιας σκοτεινής δύναμης που κρύβει το μουσείο κι αποκαλύπτεται μόνο σε λίγους και εκλεκτούς. Άλλα βιβλία αξιοποιούν το μουσείο ως το σκηνικό όπου διαδραματίζεται μια ιστορία με μπόλικο σασπένς. Και στις δύο συνθήκες το βιβλίο λειτουργεί σαν μαγνήτης που φέρνει κοντά την ιστορία ή την τέχνη (κατά περίπτωση) με τα παιδιά.

Τέτοια παραδείγματα είναι, εκτός του «From the Mixed-Up Files of Mrs. Basil E. Frankweiler», το έξοχο «Μα πού πήγαν όλοι;» της Σοφίας Δάρτζαλη (εκδ. Μεταίχμιο), που παίζει με τα όρια μεταξύ θεατών κι επισκεπτών, τα διασκεδαστικά «Όλα για τη φανέλα» της Ελένης Σβορώνου και «η Κραυγή της Τζοκόντα» του Δημοκίδη (εκδ. Μεταίχμιο), το πανέμορφο «Πορτρέτο του Λαγού» από τις εκδόσεις Κόκκινη Κλωστή Δεμένη, το άκρως συγκινητικό «Άγαλμα που κρύωνε» του Χρήστου Μπουλιώτη (εκδ. Πατάκη), που ζωντανεύει κι απελευθερώνει το πονεμένο παρελθόν όπως μετουσιώνεται σε ένα άγαλμα, και το βιβλίο-κόσμημα «Η Χλόη στην Ελευσίνα» της Ερατούς Κουτσουδάκη (εκδ. Παπαδόπουλος).

Σε άλλες περιπτώσεις, τα μουσεία υιοθετούν συγκεκριμένα βιβλία, ως μέσο συνέχισης της μουσειοπαιδαγωγικής εμπειρίας. Το παιδί, κατόπιν της επίσκεψης, ενισχύει τη μνήμη του επανερχόμενο σε όσα συνάντησε στην επίσκεψη του χάρη σε μια όμορφη ιστορία ή σε δραστηριότητες που εμπεριέχονται στο βιβλίο –που εκτός των άλλων λαμβάνει και τη «σφραγίδα πιστοποίησης» του μουσειακού φορέα.

Το δυνατό δίδυμο του μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, η Μαρίνα Πλατή και η Ελένη Μάρκου, έχουν δημιουργήσει μια σειρά βιβλίων, όπως το «Άνθρωπος ή βιολί;». Αλλά και η αείμνηστη Σοφία Γιαλουράκη, και παλιά συνεργάτιδα του ίδιου μουσείου, είχε δημιουργήσει ένα πολύ χαρακτηριστικό βιβλίο για τα κυκλαδικά ειδώλια, πλήρες, χαριτωμένο, και πολύ ενδιαφέρον, που κυκλοφόρησε ανανεωμένο από τις εκδόσεις Μέλισσα προ ολίγων ετών, με τίτλο «Τα κυκλαδικά ειδώλια ταξιδεύουν στο χρόνο». Από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορεί και το αγαπημένο βιβλίο «Ο Νικηφόρος ανακαλύπτει τα συναισθήματα» της Ελένης Γερουλάνου που λειτουργεί εξαιρετικά με μικρά παιδιά που μαθαίνουν τα συναισθήματα χάρη στη συλλογή του μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Ξεχωρίζω, επίσης, την έκδοση του μουσείου Μπενάκη «Στην… κουζίνα με τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα», που φέρνει κοντά δύο μουσεία, το Μπενάκη και την Πινακοθήκη, και το ενδιαφέρον «Με τους ζωγράφους της Πινακοθήκης Αβέρωφ», της Μαρίζας Ντεκάστρο (Εκδότης: Ίδρυμα Ευάγγελου Αβέρωφ – Τοσίτσα).

Ορισμένες φορές το μουσείο (ως ολότητα ή κάποιο από τα εκθέματα του) σχετίζεται άμεσα με το βιβλίο, με το ένα να λειτουργεί ως μονοπάτι προς το άλλο. Τέτοιο δυνατό παράδειγμα είναι «Το ημερολόγιο της Άννας Φρανκ», ένα από τα πιο αγαπητά και πολυδιαβασμένα βιβλία παγκοσμίως. Η διαχρονική του επιτυχία υπήρξε τόσο σπουδαία, ώστε το περιβόητο σπίτι όπου έζησε τα τελευταία της χρόνια η Άννα Φρανκ στο Άμστερνταμ έγινε μουσείο. Εκεί, οι επισκέπτες μαθαίνουν όχι μόνο για τη διάσημη ηρωίδα, αλλά για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο συνολικά, σε ένα από τα πρώτα συμμετοχικά μουσεία που αξιοποιήσαν την τεχνολογία για να καταστήσουν τον επισκέπτη ισότιμο μέλος της μουσειακής εμπειρίας.

Στα καθ’ ημάς, το μουσείο Μπενάκη μάς προσκάλεσε φέτος στην τόσο συγκινητική έκθεση για τη ζωή και το έργο της Άλκης Ζέη, όπου πρωταγωνιστούσαν οι ήρωες των βιβλίων της. Επίσης, η Ελένη Γερουλάνου μάς χάρισε την τρυφερή ιστορία «Ένας αρκούδος μια φορά», που μας καλεί να ακολουθήσουμε τον αρκούδο-πρωταγωνιστή καθώς ψάχνει το σπίτι του και φτάνει στο Μουσείο Παιχνιδιών. Ενώ το Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή διαθέτει το βιβλίο «Στο μουσείο!» με ερωταπαντήσεις σε μορφή διαλόγου για το χώρο των μουσείων συνολικά. Από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος κυκλοφορεί η «Μύρτις & οι ζωές της», της Μαρίας Αγγελίδου, με αφορμή τη σχετική αρχαιολογική ανακάλυψη και την περιοδική έκθεση. Και φυσικά, η Δέσποινα Μπογδάνη-Σουγιούλ με τις εκδόσεις Πατάκη δημιούργησαν το επίκαιρο «Μαρία Καλλάς – Ζώντας μόνο για την τέχνη», με αφορμή το έτος Μαρία Κάλλας, που θα οδηγήσει το επόμενο διάστημα τα βήματα μας και στο πολυαναμενόμενο μουσείο στην οδό Μητροπόλεως, που μόλις ξεκίνησε τη λειτουργία του.

Και τέλος υπάρχουν κι εκείνα τα βιβλία που μιλούν για την τέχνη προσπαθώντας να την εντάξουν στην ιστορία και τις εικόνες ως μάθημα αισθητικής. Είναι πολλά κι εξαιρετικά και η σταχυολόγηση είναι πιο δύσκολη εδώ. Αγαπώ πολύ τη «Λίζα και τους επτά ζωγράφους», από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, με πρωταγωνίστρια τη Μόνα Λίζα και το χαμένο της χαμόγελο. Ξεχωρίζει επίσης η «Ιζαντόρα Ντακ», πάλι από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, με τις πάπιες-χορεύτριες ως αναφορά στις μπαλαρίνες του Degas, όπως και «Το Κορίτσι με την κορδέλα» (εκδ. Κόκκινη Κλωστή Δεμένη), που μοιάζει ολάκερο σαν πίνακας του Bruegel. Εξαιρετικό και το πολυεπίπεδο «Τα πορτρέτα του Φαγιούμ και η μυστηριώδης θεία Τζούλια» της Σοφίας Γιαλουράκη. Εδώ, ως υποκατηγορία, θα εντάξω και τα βιβλία που μιλούν για την τέχνη χωρίς μυθοπλασία. Οι εκδόσεις Διόπτρα μάς χαρίζουν μια μίνι πολύ προσεγμένη σειρά με πορτρέτα ζωγράφων, με τον Βίνσεντ Βαν Γκογκ και τη Φρίντα Κάλο, οι εκδόσεις Ερευνητές μάς καλούν να διασκεδάσουμε και να φανταστούμε πώς θα ήταν ένα τέρας από τα πινέλα του Monet, ενώ οι εκδόσεις Ψυχογιός μάς προτείνουν το φιλικό προς το παιδί και διασκεδαστικό βιβλίο αναφοράς με τίτλο «Ανακαλύπτω τα σπουδαιότερα έργα τέχνης».

Το μουσείο και το βιβλίο μάς δίνουν διαχρονικά έργα με μπόλικη φαντασία, μυθοπλασία, λογοτεχνικές αφηγήσεις και υψηλή αισθητική, που –ας μην κρυβόμαστε– κοστίζει ακριβά, χωρίς η απόσβεση να είναι βέβαιη. Στα βιβλία αυτά, οι εκδότες επενδύουν ψυχικά, ως λάτρεις του ωραίου και ποιοτικού αναγνώσματος κι οι ίδιοι, ελπίζοντας να προσφέρουν στο κοινό έργα διαχρονικά, ενδιαφέροντα και αναγνωρίσιμα, που θα ωθήσουν τα παιδιά του σήμερα να ενισχύσουν την επαφή τους με την τέχνη και την ιστορία. Η εξερεύνηση του παρελθόντος και οι ρευστές γραμμές μεταξύ αληθινού και φανταστικού, καθώς επίσης και η διαφορετική οπτική των εκθεμάτων ως απαρχή για συζητήσεις, ενσυναίσθηση, ανακαλύψεις αλλά και για εξερεύνηση του παρελθόντος ως ιστορίας ή ως καλλιτεχνικού κινήματος – όλα αυτά κι άλλα ξεκλειδώνονται μέσα από αυτό το ιδιαίτερο πάντρεμα μουσείου και βιβλίου.

Η Βασιλική Μαρκάκη είναι μουσειολόγος, μουσειοπαιδαγωγός (interdisciplinary museum educator), συγγραφέας, και υποψήφια διδάκτωρ σε θέματα marketing των πωλητηρίων μουσείων.

Instagram: @museum_facts_n_dreams

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ






Facebook

Newsletter

Συμπληρώστε το email σας για να μαθαίνετε πρώτοι όλα τα νέα του Τaλκ

talcmag.gr ©2023 – All Right Reserved.