ΑΠΟΨΕΙΣ ΟΤΑΝ Ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΓΛΕΖΟΣ ΜΙΛΗΣΕ ΣΕ ΜΑΘΗΤΕΣ ΓΙΑ ΟΣΑ ΕΝΕΠΝΕΥΣΑΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΑ από Τaλκ 30 Μαρτίου, 2020 από Τaλκ 30 Μαρτίου, 2020 0 “Αυτή τη χρονιά, ας μην τους πούμε για την ιστορία. Ας τη φέρουμε μπροστά τους”. Έτσι σκέφτηκαν οι εκπαιδευτικοί του 2ου Γυμνάσιου της Αγίας Παρασκευής. Και το 2017, καλεσμένος τους για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ο Μανώλης Γλέζος. Τις ημέρες πριν, στο σχολείο, δημιουργικός ενθουσιασμός. Η δική του ξεχωριστή μέρα ήταν η 13η Οκτωβρίου. Κείμενο της Μάχη Μανίκα (φιλόλογος 2ο Γυμνάσιο Αγίας Παρασκευής) Τα παιδιά έχουν ανάγκη από ζωντανά πρότυπα, μου λέει η διευθύντρια, Δήμητρα Παυλάκου. Έτσι είχα την ιδέα να καλέσουμε τον Μανώλη Γλέζο στην εθνική εορτή. Εκείνη την ημέρα δε μπορούσε να έρθει, επειδή πηγαίνει σε πολλά σχολεία. Η 13η Οκτωβρίου ήταν μια καλή ημέρα -στις 12 ήταν η απελευθέρωση της Αθήνας, οπότε έγινε αυτή η σύνδεση, του ’40 και της απελευθέρωσης. Ο Μανώλης Γλέζος είναι ένας αγωνιστής, μια εμβληματική φυσιογνωμία της Αριστεράς, με αγώνες, με σχεδόν 20 χρόνια φυλακίσεις για τις ιδέες του. Νομίζω ότι για τα παιδιά μπορεί να λειτουργήσει πραγματικά ως πρότυπο. Στην ηλικία τους έκανε την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση ενάντια στους ναζί, και παραμένει ένα ζωντανό πρόσωπο της πολιτικής σκηνής, καθώς μέχρι σήμερα αγωνίζεται για τις γερμανικές αποζημιώσεις. Το πρωί της 13ης Οκτωβρίου, λίγο πριν από την εκδήλωση, ο Μανώλης Γλέζος κάθεται σε ένα γραφείο. Ζητά να έρθει το δεκαπενταμελές. Μια και δεν έχει ακόμη εκλεγεί, έρχονται τα πενταμελή συμβούλια της τρίτης γυμνασίου. «Δε θα κάνω εισήγηση σήμερα, θα γίνει συζήτηση», λέει στους εκπροσώπους των μαθητών. «Και τη συζήτηση δε θα τη συντονίσω εγώ, ούτε η διευθύντρια, ούτε οι καθηγητές. Τη συζήτηση θα τη συντονίσετε εσείς, γι΄αυτό εκλέξτε τώρα τέσσερις από εσάς για τον συντονισμό». Μετά από σύντομες διαβουλεύσεις, γίνεται η συμφωνία για τους συντονιστές -τελικά είναι πέντε, επειδή οι περισσότεροι θέλουν να πάρουν μέρος. Τα παιδιά φεύγουν για το αμφιθέατρο. Έχουν μόλις ζήσει μια αμεσοδημοκρατική διαδικασία. Και σε λίγο, θα ζήσουν και μια «πραγματική διαλεκτική συζήτηση», όπως τους λέει ο συνομιλητής τους. Στο αμφιθέατρο έχουν συγκεντρωθεί ήδη όλοι οι μαθητές. Καθισμένοι στις καρέκλες, όρθιοι, και οκλαδόν μπροστά στη σκηνή, περιμένουν. Μόλις μπαίνει ο Μανώλης Γλέζος, σηκώνονται όρθιοι και χειροκροτούν. «Είναι ευτύχημα που είναι σήμερα κοντά μας, μία ημέρα μετά την επέτειο της απελευθέρωσης, για να βοηθήσει να διατηρηθεί η εθνική μνήμη», τον προλογίζω. Και μαθητές της τρίτης γυμνασίου απαγγέλλουν το ποίημα που έχουν ετοιμάσει για να του αφιερώσουν. «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος», έγραψε ο Τάσος Λειβαδίτης. Και οι στίχοι ξαναζούν, μέσα από τα στόματα των παιδιών. «Ανέβα στην ταράτσα και κοίτα την Ακρόπολη» Οι μαθητές αρχίζουν να κάνουν ερωτήσεις. Έτσι θα γίνει η συζήτηση. Πίσω από τον Μανώλη Γλέζο, η ζωγραφιά που ετοίμασαν μαθητές με τον εικαστικό τους, τον Τάσο Παπαντωνόπουλο. Γλέζος και Σάντας, να κατεβάζουν τη σημαία των ναζί. Αυτή είναι και η πρώτη ερώτηση από έναν μαθητή. Ο Μανώλης Γλέζος την περίμενε. Θεωρεί ότι όλα έχουν ειπωθεί για αυτό το θέμα. Αλλά δε θέλει και να μην απαντήσει. «Από σεβασμό στον Λάκη Σάντα δεν αντιπαρέρχομαι το θέμα. Από όλο αυτό, θα κρατήσω κάτι που είναι το πιο σημαντικό για μένα. Το ανθρώπινο στοιχείο. Τη μάνα μου, την είχα δασκάλα, τρίτη και τετάρτη δημοτικού, σε ένα τριθέσιο σχολείο στ΄Απεράθου της Νάξου όπου γεννήθηκα. Με είχε μάθει να μη λέω ποτέ μου ψέματα. Όχι μόνο για τις ξυλιές που θα έτρωγα, εγώ δεν της έλεγα ψέματα. Τη μέρα εκείνη, όταν τελείωσε το κατέβασμα, είχε περάσει πια μία η ώρα. Εγώ κανονικά, έπρεπε οκτώ η ώρα να είμαι σπίτι. Έχουν περάσει τρεις ώρες. Πάω σπίτι και βλέπω ένα κουβαριασμένο σώμα στα σκαλοπάτια του σπιτιού μου. Ήταν η μάνα μου. Τρελάθηκα. Πάω και της λέω, ‘μάνα’. Πετάχτηκε πάνω, με πιάνει απ΄τον ώμο, μου λέει ‘σουτ’, να μην ξυπνήσουν οι άλλοι του σπιτιού μας, με πάει στην κουζίνα, και μου λέει, ‘πού ήσουνα;’. Εγώ ανοίγω το σακάκι, ανοίγω το πουκάμισο, και της δείχνω το κομμάτι της σημαίας που είχαμε κόψει. Δε μου λέει τίποτα, μ΄αγκαλιάζει, με φιλάει και μου λέει ‘πήγαινε πέσε’. Το πρωί ακούω τον πατριό μου -είχε ξαναπαντρευτεί η μάνα μου, είχε πεθάνει ο πατέρας μου πριν από πολλά χρόνια- ακούω τον πατριό μου να λέει, “πού ήταν χθες ο μεγάλος σου γιος;’. Και του απαντάει, ‘ανέβα πάνω στην ταράτσα και κοίταξε την Ακρόπολη”. Εγώ τρελάθηκα. Και δε ρώτησα τη μάνα μου ποτέ, μα ποτέ. Θα το θεωρούσα προσβολή να τη ρωτήσω. Πού ήξερε ότι κατεβάσαμε ακριβώς τη σημαία της Ακρόπολης; Πώς το κατάλαβε; Το θεώρησα προσβολή και δε τη ρώτησα ποτέ μου. Για το θέμα της σημαίας, δίνω αυτή την απάντηση.» «Πώς νιώθατε για τα αντίποινα;»-«Όπως ο Μάθιος ο Πόταγας» Ένας μαθητής ρωτά πώς ένιωθαν για τα γερμανικά αντίποινα όσοι έκαναν Αντίσταση. «Νιώθαμε ότι υπάρχει φοβερή αδικία απέναντι στην Ελλάδα, καταρχάς. Ξεκίνησαν από την άλλη άκρη της Ευρώπης, τη Γερμανία, να έρθουν να καταλάβουν την Αθήνα. Είχε προηγηθεί η αντίσταση του ελληνικού λαού απέναντι στην ιταλική εισβολή. Νιώθαμε αδικία που δύο εισβολείς κάνανε επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Κανένα άλλο έθνος της Ευρώπης δεν έχει υποστεί διπλή επίθεση από την πλευρά των κατακτητών. Αγωνιστήκαμε 217 μέρες εναντίον του κατακτητή. Ο επόμενος λαός που αντιστάθηκε είναι οι Νορβηγοί, με 60 μέρες. Λογαριάστε. Και μερικά μέρη, αυθημερόν τα κατέλαβαν. Η Δανία αυθημερόν κατελήφθη. Όμως, όταν με κάλεσαν Δανοί αντιστασιακοί να πάω στη Δανία να δω το μουσείο της Αντίστασης -οι Δανοί που την ίδια μέρα κατελήφθησαν έχουν μουσείο Αντίστασης, εδώ στην Ελλάδα μουσείο Αντίστασης δεν υπάρχει, – ρωτάω, ‘ποιο είναι το μουσείο σας;’, και με πηγαίνουν να το δω. Η πρώτη αίθουσα ήταν δέκα φορές μεγαλύτερη από αυτή, στρωμένη με τάπητα που αναπαρίστανε χλόη, γύρω αναπαράσταση ενός δάσους, και ένας καβαλάρης. ‘Για να αποδείξει ο βασιλιάς μας ότι δε λογαριάζει την κατοχή από τους Γερμανούς συνέχισε τον περίπατό του στον βασιλικό του κήπο με το άλογό του.’ Αυτή ήταν η πρώτη αντίσταση στη Δανία. Για δείτε τώρα την πρώτη Αντίσταση στην Ελλάδα από την άλλη μεριά. Θα μιλήσω για τον Μάθιο τον Πόταγα, από τη Βυτίνα της Πελοποννήσου. Είχαν σταματήσει τα σχολεία, και από τη Βαρβάκειο όπου φοιτούσε εδώ, είχε πάει στην πατρίδα του. Κουβέντιαζαν με τα άλλα παιδιά, και έλεγαν, όπως κι εμείς, “αν μας δίνανε όπλα, δε θα μπαίνανε μέσα οι κατακτητές.” Αυτά κουβέντιαζε και ο Μάθιος ο Πόταγας. Ξαφνικά, φεύγει από το σπίτι του, παίρνοντας μαζί του το πιστόλι του πατέρα του. Και μας είπαν οι βοσκοί -κάναμε έρευνα για τα γεγονότα- ότι είχε σκοπό να ναρκοθετήσει μια γέφυρα που περνούσε έξω από τη Βυτίνα με δυναμίτες που βρήκε σε λατομείο της περιοχής, και με το πιστόλι να χτυπήσει. Η μεραρχία αρμάτων μάχης του Χίτλερ «Αδόλφος Χίτλερ» σπάει το μέτωπο στα σύνορα, περνά στην Ήπειρο, κατεβαίνει στην Πάτρα και προχωρά να κλείσει τον δρόμο να μη φύγουν οι Εγγλέζοι προς την Καλαμάτα. Στον Πύργο, ένα της κομμάτι πάει να καταλάβει την Τρίπολη. Και ξαφνικά, στη δημοσιά του δρόμου έξω από τη Βυτίνα, εκεί που θα ναρκοθετούσε ο Μάθιος ο Πόταγας το μέρος, πετάγεται ο Μάθιος ο Πόταγας, άοπλος, και λέει, “σταματήστε. Δε θα μας σκλαβώσετε. Αυτή τη στιγμή είμαι μόνος, αλλά πίσω μου ακολουθεί ολόκληρη η Ελλάδα”. Ο διοικητής σταματάει, ρωτάει τον διερμηνέα, “τι λέει αυτό το παιδί;” -είπαμε, ήταν τελειόφοιτος του, σημερινού, λυκείου. Του εξηγεί ο διερμηνέας, τραβάει το αυτόματο, τον εκτελεί επί τόπου, και διατάζει τους στρατιώτες του να πάρουν έναν ογκόλιθο να συνθλίψουν το κεφάλι του παιδιού, διότι, σύμφωνα με την αντίληψή του, αν όλοι οι Έλληνες έχουν αυτά τα μυαλά που έχει αυτό το παιδί, “χαθήκαμε”. Αυτό ήταν το μήνυμα του Μάθιου του Πόταγα στον κατακτητή, αλλά και στον ελληνικό λαό. “Εγώ έκανα τη θυσία μου, οφείλετε κι εσείς να κάνετε τη δική σας”. Ήταν 2 Μαΐου του 1941. Με ρωτάτε πώς νιώθαμε για τα αντίποινα. Ακριβώς όπως κι ο Πόταγας. Θέλαμε να προσφέρουμε τον εαυτό μας θυσία για τη λευτεριά του ελληνικού λαού, κι όχι για τη σκλαβιά του.» «Ήταν παιδιά σαν κι εσάς» Όταν ένας μαθητής ρωτά για τη ζωή των νέων στη διάρκεια της Κατοχής, ο Μανώλης Γλέζος μιλά για τις αντιστασιακές ενέργειες της οργάνωσής του, αλλά και για όσα συνέβαιναν στους δρόμους της Αθήνας, χωρίς κανείς να καθοδηγεί. «Θεωρούσαμε πολύ σημαντικό να αλλάζουμε τους δείκτες των οδών που είχαν βάλει οι Γερμανοί. Αυτό το κάναμε από την πρώτη μέρα. Τα παιδιά σαν κι εσάς, και μικρότερα από εσάς, είχανε σπάσει όλες τις πινακίδες σε ένα σημείο της Ιεράς Οδού. Οι Γερμανοί ρωτούσαν ‘Πειραιάς;’, και τους δείχνανε το αντίθετο μέρος. Τα παιδιά. Τα είχε οργανώσει κανένας; Τα είχε καθοδηγήσει κανένας; Όχι. Μη μου πείτε “αυθόρμητα”. Λάθος λέξη. “Αυτενέργεια”. Η άμεση αντίδραση των παιδιών, γιατί ήταν διαποτισμένα από την ιδεολογία της Αντίστασης. Αυτή ήταν ο καθοδηγητής τους.» «Όταν ακούς τον άνεμο, να τον ακούς και για μένα» Τα σχολεία, λέει ο Μανώλης Γλέζος, πρέπει να καλούν όλους όσους έχουν επιζήσει από την εποχή του -«είμαστε ακόμη μερικοί που ζούμε»- να έρχονται, να γίνεται συζήτηση μαζί τους. «Μερικοί λένε, “έρχονται, και λένε και λένε”. Γιατί δεν τους αφήνεις; Άστους να βγάλουν τον πόνο τους. Άσε τους αμνημόνευτους αγωνιστές να μιλήσουν.» Την παραμονή κάθε μάχης, οι συναγωνιστές μαζεύονταν και κουβέντιαζαν. Όχι μόνο τα της μάχης. «Σαν άνθρωποι, λέγαμε, ‘αν δε σε βρει εσένα το βόλι και ζήσεις, θα ζεις και για μένα. Εάν εσύ ζήσεις, δε θα με ξεχάσεις. Όταν θα πας στη θάλασσα και θα ακούς τον φλοίσβο των κυμάτων, θα τ΄ ακούς και για μένα. Κι όταν πας στο δάσος και ακούς τον άνεμο να θροϊζει μέσα από τα φύλλα, θα το κάνεις και για μένα. Θα τ΄ ακούς και για μένα. Κι όταν χορεύεις, θα χορεύεις και για μένα. Κι όταν τραγουδάς, θα τραγουδάς και για μένα. Κι όταν πίνεις κρασί, θα πίνεις και για μένα. Κι όταν λες ‘καλημέρα’ στον άλλον που συναντάς, θα το λες και για μένα. Μπορώ εγώ να ξεχάσω αυτό τον κόσμο;» «Θέλω να πω κάτι και να εντοπιστεί μέσα στο μυαλό σας», λέει στα παιδιά. «Είμαστε το μοναδικό έθνος όπου οι εθνικές επέτειοι δεν είναι αποτέλεσμα νικών, δεν είναι ενθρόνιση βασιλέων -όπως για παράδειγμα στην Αγγλία- αλλά είναι έναρξη αγώνα. Και η 28η Οκτωβρίου, και η 25η Μαρτίου δεν είναι αποτέλεσμα αγώνα, είναι έναρξη αγώνα. Δηλαδή, λέμε ‘δε με ενδιαφέρει το αποτέλεσμα. Με ενδιαφέρει το ότι ξεκινάω αγώνα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος’. Βέβαια, να μη γιορτάσουμε το αποτέλεσμα; Η 12η Οκτωβρίου είναι το αποτέλεσμα. Να τη γιορτάσουμε, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε και αυτό το βασικό. Για εμάς είναι αγώνας, συνέχεια αγώνας». Οι γερμανικές αποζημιώσεις Η συζήτηση φτάνει και σε αυτό το ζήτημα. «Υπάρχει το πρόβλημα των οφειλών της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα, που είναι καθορισμένο. Το ζήτημα έχει δύο σκέλη. Το πρώτο είναι οι λεγόμενες επανορθώσεις, που είναι ό, τι προσδιόρισε το 19μελες συμμαχικό συμβούλιο τα 1946 για το τι πρέπει να πληρώσει η Γερμανία απέναντι στην Ελλάδα -προσδιορίστηκε για κάθε χώρα. Και το ποσό αυτό είναι σήμερα 108 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς τους τόκους. Το δεύτερο είναι τα αναγκαστικό δάνειο. Τι είναι το κατοχικό δάνειο; Σύμφωνα με τις αποφάσεις του συμβουλίου της Χάγης, μέχρι το 1909, υποχρεωνόταν ο λαός μιας χώρας που είχε κατακτηθεί, να διατρέφει τον στρατό κατοχής. Το 1909, προστέθηκε, χάρη στον αγώνα των ανθρωπιστικών οργανώσεων όλης της γης, ένα ακροτελεύτιο άρθρο, που έλεγε, «εάν δύναται». Η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη να διατρέφει μισό εκατομμύριο Γερμανούς που κατέκτησαν την Ελλάδα, 250.000 Ιταλούς που μπήκαν στη χώρα από την Αλβανία, και το πρώτο σώμα στρατού του βουλγαρικού, 60.000. Σύνολο, 810.000 στρατό, και -κατ΄ εξαίρεση όλων των άλλων εθνών- να διατρέφει και τον στρατό του Ρόμελ στη Μέση Ανατολή. Μπορούσε να το πληρώσει; Όχι. Το καταλάβαιναν οι Γερμανοί, και έγινε το εξής παράδοξο στον κόσμο όλο. Για πρώτη φορά η Ελλάδα μετατράπηκε σε δανειστή, στη χειρότερη περίοδο της ζωής της. «Δάνεισε», είπαν οι Γερμανοί, μαζί με τους Ιταλούς -μετά έμειναν μόνο οι Γερμανοί- ‘λέμε ότι αυτό που παίρνουμε παραπάνω, γίνεται δάνειο της Ελλάδας προς τη Γερμανία’. Και τι θα πει αυτό; Είμαστε το μοναδικό έθνος στον κόσμο, που στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, από τη στιγμή που άρχισε μέχρι που σταμάτησε, ο πληθυσμός της χώρας είναι λιγότερος από όταν άρχισε. Με πρόταση δική μου έγινε, όταν ήμουν βουλευτής, η ειδική επιτροπή που θα διεκδικήσει τις γερμανικές αποζημιώσεις. Έχουν περάσει τόσα χρόνια; Γιατί δεν έχουν πάει ακόμη στο γερμανικό κοινοβούλιο ,αλλά και σε όλα τα κοινοβούλια να θέσουν το θέμα; Αν στη Γερμανία σήμερα δεν υπάρχει ο Χίτλερ και το καθεστώς των ναζί, οφείλεται και στην Ελλάδα. Και στον αγώνα του ελληνικού λαού. Γιατί δεν το αναγνωρίζουν σήμερα; Το αίτημά μου σήμερα είναι η αναγνώριση των θυσιών του ελληνικού λαού. Όχι οι άμεσες διεκδικήσεις, αλλά η αναγνώριση της συμμετοχής του ελληνικού λαού στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.» Ο διευθυντής των φυλακών, και η καρέκλα «Νιώθετε ικανοποιημένος;» ρωτά ένας μαθητής. «Κάθε φορά, ξεδιπλώνω όλες μου τις πράξεις, και προσπαθώ να βρω τα αδύνατα σημεία, να μην τα επαναλάβω. Για μένα, το μεγάλο μαρτύριο, είναι οι φίλοι που φεύγουν, κι εγώ μένω ζωντανός. Προσπαθώ να τους τιμήσω όσο μπορώ. Νιώθω ικανοποιημένος.Σε ποιο σημείο; Όταν έρχονται οι βασανιστές μου και μου ζητάνε συγνώμη. Έχουν έρθει όλοι οι βασανιστές που μ΄έχουν βασανίσει και μου ζητάνε συγνώμη. Ο διευθυντής μιας από τις φυλακές όπου ήμουν, ερχόταν στο βιβλιοπωλείο, καθόταν στην καρέκλα, και περίμενε να τον συγχωρέσω. Για να μην ξαναπεράσετε κι εσείς ό,τι πέρασα κι εγώ, σκεφτείτε τις πεπονόφλουδες, σκεφτείτε την αντίδραση. Μην πάτε σπίτι και κοιμηθείτε ήσυχοι.» «Στο χωριό μου, μαθαίνεις να λες, «Όχι»» «Κανένας Απεραθίτης δεν αναγνωρίζει τον άλλον πάνω από αυτόν. Μαθαίνουμε να μη φοβόμαστε στην Απείρανθο. Μαθαίνω να μη φοβάμαι. Να μη φοβάμαι, κι ας μην ξέρω από πριν τι θα μου τύχει. Με ρωτάνε πολλοί, «τι μας συμβουλεύεις;». Λέω, «δε συμβουλεύω κανέναν. Δε σας συμβουλεύω για τίποτα. Σας λέω μονάχα, αν θέλετε, να πάρετε έναν παράδειγμα από έναν γέροντα, από έναν εσχατόγερο -σαρκάζω τον εαυτό μου. Τώρα που ήμουν στις Βρυξέλλες, έρχονταν πολλοί νέοι άνθρωποι. Κουβεντιάζαμε. Τους λέω,»τελικά τι είναι αυτό που σας απασχολεί;». Μου λένε, «να μην αποφασίζει άλλος για μας». «Μόνο αυτό;», ρωτάω. «Γιατί, υπάρχει κι άλλο;» Λέω, «μα το άλλο είναι που έχει αξία». «Ποιο είναι το άλλο;» «Όχι μόνο δε θέλω να αποφασίζει άλλος για μένα, αλλά θέλω να συμμετέχω στα κέντρα λήψης των αποφάσεων». «Εκείνο που θέλω να φέρω, είναι να πάρει την εξουσία ο λαός. Κι όλη μου η ζωή είναι αυτό. Σας λέω, εσείς εδώ, να σας κάνω ένα ερώτημα; Ποια είναι η γνώμη σας για την παπαγαλία που σας διδάσκουν;» «Η παπαγαλία είναι το χειρότερο πράγμα που υπάρχει», λέει ένας μαθητής. «‘Ναι, αλλά τι έκανες για αυτό;’ ‘Δεν είμαι υπουργός Παιδείας, δεν έχω δύναμη, είμαι ένα δωδεκάχρονο παιδί’.’ ‘Εδώ έχεις λάθος. Έχετε τεράστια δύναμη, αν βγείτε και πείτε στη διευθύντρια, ‘Κάτω η παπαγαλία’.» Έχουν περάσει ώρες. Φεύγοντας, αφήνω τον Μανώλη Γλέζο πάνω στη σκηνή, κυριολεκτικά περικυκλωμένο από μαθητές, που μετά το τέλος της συζήτησης δε γυρίζουν στις τάξεις τους. Θέλουν να μείνουν λίγο ακόμα κοντά του. Βγαίνοντας έξω, ο ήλιος λάμπει. Ήταν μια ωραία μέρα αυτή, στο 2ο γυμνάσιο της Αγίας Παρασκευής. Στα 16 χρόνια μου σε θρανία και έδρανα, δεν έχω κάνει ποτέ, καλύτερο μάθημα ιστορίας. Πηγή: NaxosPress Μανώλης Γλέζος 0 FacebookTwitterPinterestEmail Προηγούμενο άρθρο ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΠΑΡΕΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ Επόμενο άρθρο 56 ΝΕΑ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΜΕΝΑ ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ. ΣΤΑ 1212 ΣΥΝΟΛΙΚΑ. 43 ΝΕΚΡΟΙ. ΤΙ ΕΙΠΕ Ο Κ. ΤΣΙΟΔΡΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Αγάπη, πάνω από όλα Είναι άξιο μίμησης το εκπαιδευτικό μοντέλο της Σιγκαπούρης; Και τότε ο κακός ο λύκος… Η σημασία του “κακού” στα παραμύθια «Χριστούγεννα», «Xάπι», «EΣΥ» Γράμμα μιας μαμάς προς τον Άγιο Βασίλη Λαστ Κρίστμας